Η φίλη Εφη Ραπτάκη βλέποντας πριν λίγες μέρες την ανάρτηση "Η Χώρα Άνδρου από ψηλά με βροχή (30-9-18)" androslivadia.blogspot.com θυμήθηκε αυτό το απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του Βασιλείου Ν. Τατάκη. Βρήκα στην Καΐρειο Βιβλιοθήκη το βιβλίο... και απολαύστε το απόσπασμα:
Μια άλλη μεγάλη επιθυμία μου πραγματοποιήθηκε στα μικρά μου εκείνα χρόνια, όταν ήμουν στην πρώτη ή δεύτερη τάξη. Όταν από το χωριό παίρναμε το δρόμο για τη Χωρα, την πρωτεύουσα της Άνδρου, και φτάναμε σε ορισμένο σημείο, στην κορυφή Κουκούλα, απλωνόταν μπροστά μας ένα πραγματικά πανοραμικό θέαμα. Στο βάθος το μεγάλο βουνό της Ανδρου, με τα πολλά πλούσια χωριά του και την άφθονη βλάστηση, και κάτω η Χώρα, χτισμένη σε στενόμακρη βραχώδη λωρίδα, η οποία χωρίζει τη θάλασσα σε δυό όμορφους κόλπους με μεγάλες αμμουδιές. Όλα αυτά, και κυρίως η Χώρα με τα πολλά όμορφα σπίτια της, με σαγήνευαν.
Στη μέση της λωρίδας μια πέτρινη καμπύλη στενή γέφυρα ενώνει τη στεριά με νησίδα, στην οποία είναι χτισμένο το παλαιό κάστρο. Μετά τη νησίδα ένας βράχος υψώνεται από τη θάλασσα, την κορυφή του οποίου στεφανώνει ένας φάρος που κάθε νύχτα σκορπίζει άφθονο φως. Όταν η θάλασσα είναι ταραγμένη, τα κύματα σκεπάζουν το βράχο, ακόμη και το φάρο, που δεν παύει μολαταύτα να σκορπίζει το φως του. Δεν κουραζόμουν να χαίρομαι το θέαμα τούτο, όσες φορές βρισκόμουν στο πολύ αγαπημένο κτήμα μας της περιοχής, πολλές φορές ξαπλωμένος στη μαγευτική σπηλιά του κτήματος, την γκρεμνάρα όπως τη λέγαμε. Το βραδάκι, όταν άναβαν στη Χώρα τα φώτα των σπιτιών και των δρόμων -λάμπες πετρελαίου, όχι ηλεκτρικοί λαμπτήρες- έμοιαζε το πανόραμα σαν ένα παραμυθένιο βαπόρι, που ακίνητο προχωρούσε μολαταύτα στα βάθη του ορίζοντα. Σιγά σιγά μεγάλωνε η αγάπη μου για τη Χώρα, έγινε ο τόπος που συμβόλιζε την ευτυχία, και φούντωνε μέσα μου η επιθυμία να την επισκεφτώ σε σημείο που να λέγω, ας πάω στη Χώρα κι ας πεθάνω.
Ένα βράδυ ο αδελφός μου ο Αντώνης, που πήγαινε κάθε πρωί γάλα στη Χώρα, μου είπε: "Βλέπεις Βασίλη, εκεί κάτω, στην αρχή του δρόμου, που μας βγάζει στη Χώρα, εκείνη τη μεγάλη πόρτα του μπαχτσέ; Πίσω από αυτή την πόρτα φυλάγει ο πορτιέρης της Χώρας, και δεν αφήνει κανέναν, που για πρώτη φορά περνάει από εκεί να διαβεί, αν δεν γονατίσει και δεν φιλήσει τον πισινό του" Όλοι συνεννοημένοι από τον Αντώνη επιβεβαίωσαν τα λόγια του. Κόπηκαν τα γόνατα μου μπροστά σ' αυτά τα λόγια και πήγα να γυρίσω πίσω. "Μη φοβάσαι Βασίλη έλεγαν όλοι, δεν είναι τίποτα. Όλοι έτσι κάναμε την πρώτη φορά. Θα κάμεις όπως σου είπε ο Αντώνης και ήσυχος θα τραβήξεις τον δρόμο" Όταν φτάσαμε στην πόρτα , στάθηκαν όλοι σοβαροί σοβαροί και περίμεναν. Και εγώ με ανησυχία ανέβηκα το κατώφλι της πόρτας, γονάτισα και φίλησα στο σημείο που μου έδειξαν. Και τότε ξέσπασαν όλοι σε χάχανα κοροϊδευτικά. "Δεν ντρέπεστε καημένοι τους είπα θυμωμένος και τράβηξα προς τη Χώρα, που με τόσο ακριβό τίμημα πλήρωνα τη γνωριμία της. Πρώτη φορά γνώριζα ή καλύτερα δοκίμαζα με πικρία, το θλιβερό θέαμα της χαράς που νιώθουν οι άνθρωποι από τον κατεξευτελισμό του πλησίον.Εφη σ΄ευχαριστώ πολύ, είχες δίκιο είναι εξαιρετικό!
Σ΄όποιο ιδανικό κι αν στραφεί η ψυχή του ανθρώπου, όταν θελήσει να το κάμει πείραμα και βίωμα, πικρά πάντα θα είναι τα βέλη που θα δεχτεί από τους άλλους, βέλη που θα πληρώνει ακριβά.
INFO
Βασίλειος Ν. Τατάκης Απομνημονεύματα, βιογραφική μυθιστορία. Εκδότης: ΜΙΕΤ (Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης) politeianet.gr
Ο Βασίλειος Ν. Τατάκης γεννήθηκε το 1896 στην κοινότητα Συνετί της Άνδρου. Μικρό παιδί πήγε στη Σμύρνη, όπου δούλεψε και μορφώθηκε κοντά στον αδελφό του Γιάννη. Σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. ebooks.edu.gr/modules/ebook
syneti.gr
Το αντίτυπο της Καϊρείου Βιβλιοθήκης |
Καλημέρα λιβάδια Άννα είσαι. . Πολύ καλή για τη δουλειά δημοσιογραφία πήγαινε με Τον Βαγγέλη
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα μας πεις και εσύ πως ήταν η πρώτη φορά που αντίκρισες τη Χώρα, ψηλά από το βουνό όταν ήσουν παιδί. Εγώ σαν Λειβαδιανή την είχα μπροστά μου, ήταν πάντα εκεί που τέλειωναν οι μπαξέδες, εκεί που κτυπούσε το κύμα...
ΑπάντησηΔιαγραφήπολύ ωραίο κείμενο!
ΑπάντησηΔιαγραφή